Λάβρος Ρένος Χαραλαμπίδης: Ο μύθος του αριστερού καλλιτέχνη

Λάβρος Ρένος Χαραλαμπίδης: Ο μύθος του αριστερού καλλιτέχνη

Άρθρο του Εβρίτη σκηνοθέτη και ηθοποιού Ρένου Χαραλαμπίδη στο protothema.gr


Η Αριστερά έχει δώσει μεγάλους καλλιτέχνες. Οπως και η Δεξιά. Οπως και ο χώρος των ανένταχτων ή πολιτικά ηλιθίων που κινήθηκαν σε κάθε είδους άκρα. Πώς έφτασε όμως η Αριστερά να μονοπωλεί τον πολιτισμό; Θα έλεγε κάποιος ότι φταίνε οι ενοχές της Δεξιάς για τον εμφύλιο πόλεμο. Η Αριστερά δεν έχει ενοχές. Λες και σε έναν εμφύλιο η βαρβαρότητα έχει μονοπώλιο.

Ανήκω στη γενιά όπου στο σχολείο δεχτήκαμε την αριστερή κατήχηση. Μάθαμε εμμέσως πλην σαφώς ότι οι δεξιοί είναι «συντηρητικοί». Δεν είχαν «ευαισθησίες», γι’ αυτό και δεν υπήρξε κανείς καλλιτέχνης αξιόλογος από αυτούς. Μιλάω για τη δεκαετία του ’80 και του  ’90.
Εζησα την εφηβεία μου με την Αριστερά να ταυτίζεται με το απόλυτο καλό και τη Δεξιά με το απόλυτο κακό. Η καλλιτεχνική ζωή ανήκε μόνο στην Αριστερά, ενώ στη Δεξιά δόθηκε το σκυλάδικο.

Στο πανεπιστήμιο τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο αναγκαστικά αριστερά. Σε παρακολουθήσεις του μαθήματος Νεοελληνικής Λογοτεχνίας άκουσα καθηγητή να λέει από την έδρα ότι ο Σεφέρης δέχτηκε κυβερνητικά αξιώματα από δεξιές κυβερνήσεις γιατί ήταν δειλός!
Μπήκα στον καλλιτεχνικό χώρο σε μια εποχή όπου όποιος δεν δήλωνε αριστερός ήταν ύποπτος. Επίσης, όποιος δήλωνε αριστερός ήταν αυτόματα και «φωτισμένο μυαλό» και «ενδιαφέρον». Επιβλήθηκε μια καλλιτεχνική δικτατορία της Αριστεράς. Η «δίωξη» όσων δεν δήλωναν αριστεροί ήταν να χαρακτηριστούν το λιγότερο γραφικοί. Στον καλλιτεχνικό χώρο αριστερός σήμαινε πρωτοπόρος ακόμα και αν έκλεινε το μάτι στον αυταρχισμό.

Μετά άρχισα να έχω απορίες. Κανείς αριστερός δεν μπορούσε ξεκάθαρα να ερμηνεύσει γιατί μεγάλοι καλλιτέχνες αποδρούσαν προς τον δυτικό κόσμο. Γιατί, ενώ στην Αμερική το φιλελεύθερο σύστημα άνοιγε τον δρόμο ακόμα και σε έναν απόγονο σκλάβων που έπαιζε καλή κιθάρα να γίνει ο B.B. King και να κατακτήσει τον κόσμο, δεν συνέβαινε και το αντίστοιχο στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Γιατί κανένας αριστερός καλλιτέχνης του δυτικού κόσμου δεν πήγε να ζήσει και να δημιουργήσει στο ανατολικό μπλοκ;

Επαθα σοκ όταν θρησκόληπτοι επιτέθηκαν στον «Τελευταίο πειρασμό» του Σκορσέζε, το οποίο όμως δεν συγκρίνεται με το σοκ που έπαθα όταν είδα τους αριστερούς «προοδευτικούς» να σπάνε τα σινεμά που έπαιζαν την «Ελένη» του Γκατζογιάννη με τον Μάλκοβιτς. Μια ταινία που αφηγούνταν την ιστορία μιας γυναίκας στον Εμφύλιο που βρέθηκε στην «άλλη» πλευρά.
Επρεπε να ενηλικιωθώ καλλιτεχνικά και υπαρξιακά για να διαπιστώσω ότι τα τραγούδια του Θεοδωράκη που ενέπνευσαν τους Ελληνες κάθε παράταξης αγαπήθηκαν γιατί είχαν τη μελωδία ενός αριστερού και την ποίηση ενός δεξιού. Και αναφέρομαι και στον Ελύτη και στον Σεφέρη.
Σε κάποια στιγμή της νεότητάς μου άρχισα να ανακαλύπτω το «αδιανόητο»: ο Χορν ήταν δεξιός! Ο Ζαμπέτας είχε κατηγορηθεί για δεξιός.

Ο Κακογιάννης ήταν ξεκάθαρα φιλελεύθερος. Εμαθα για τη δολοφονία της μεγάλης ηθοποιού του Εθνικού Θεάτρου Ελένης Παπαδάκη στα Δεκεμβριανά. Αν ανήκε στην Αριστερά, σίγουρα θα τη θρηνούσαμε ακόμα. Μεγάλο ήταν και το σοκ μου όταν διαπίστωσα ότι στον χώρο του ρεμπέτικου υπήρχαν βασιλόφρονες όπως ο Μάρκος Βαμβακάρης. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ο δίσκος «Ρεμπέτικο» σε μουσική Ξαρχάκου και στίχους Γκάτσου ήταν δημιούργημα καλλιτεχνών που δεν είχαν καμιά σχέση με την Αριστερά.
Κάποτε έτυχε να ακούσω τον Θεοδωράκη να λέει ότι όταν ήταν εξόριστος στην Ικαρία και κυκλοφόρησαν δίσκοι του με μπουζούκι, δέχτηκε επιπλήξεις από τους συντρόφους του. Θεωρούσαν το μπουζούκι όργανο της αστικής παρακμής.

Τελικά τι σημαίνει να είσαι αριστερός καλλιτέχνης; Δεν ξέρω. Σίγουρα κάτι εύκολο. Δηλώνεις πως είσαι με τους «καλούς», άρα οι άλλοι με τους «κακούς». Λες και η ζωή είναι σπαγγέτι γουέστερν.

Επειδή προφανώς τους αριστερούς καλλιτέχνες θα τους ξέρει καλύτερα ένας αριστερός πνευματικός άνθρωπος, θα ήθελα να δώσω τον λόγο στον ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη:

«Στο ξενοδοχείο Macedonia
πλάγιασα σε μεταξωτά σεντόνια
είχανε και μεταξωτές κουβέρτες
κι είπα: φέρτες.
Είπα και στη ρεσεψιονίστα
πως μ’ έπιασε μεγάλη νύστα.
Θέλω άνεση σουίτας
είμαι ποιητής της ήττας»

Πηγή: protothema.gr

Ποιός είναι ο Ρένος Χαραλαμπίδης

Η καταγωγή του είναι από το Σπήλαιο Ορεστιάδας του νομού Έβρου[1]. Είναι αυτοδίδακτος ηθοποιός και σεναριογράφος με θεατρικές σπουδές σε ελεύθερα εργαστήρια στην Αθήνα. Έχει πρωταγωνιστήσει στην τηλεόραση, τον κινηματογράφο και το θέατρο.

Ως σκηνοθέτης εμφανίστηκε το 1997 με το “No Budget Story”, μια ασπρόμαυρη ρομαντική ταινία που σημάδεψε την δεκαετία του ’90 και ξεκίνησε μια ολόκληρη σχολή με τη φιλοσοφία του γύρω από τον κινηματογράφο.

Ακολούθησε το 2000 η ταινία “Φτηνά τσιγάρα”, μια ταινία που στιγμάτισε την γενιά του τέλους της δεκαετίας του ’90. Γυρισμένη ώστε να θυμίζει “τζαζ αυτοσχεδιασμό”, η ταινία μοιάζει πλέον σαν ένα αποχαιρετιστήριο άσμα σε μια Αθήνα που δεν υπάρχει πια και αποτελεί σημαντικό δείγμα γραφής ενός ιδιαίτερου δημιουργού.

Το 2005, βασισμένος στο ομότιτλο βιβλίο του Πέτρου Τατσόπουλου, σκηνοθέτησε την ταινία «Η Καρδιά του Κτήνους» και κατάφερε για ακόμα μία φορά να κερδίσει κοινό και κριτικούς.

Τα «4 Μαύρα Κουστούμια» είναι η τέταρτη σκηνοθετική του δουλειά με την οποία καθιέρωσε το στιλ του σαν κινηματογραφιστής, δίνοντας ξεκάθαρα πια το προσωπικό του στίγμα στο ελληνικό σινεμά.

Απέσπασε βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (Κρατικό Βραβείο Ποιότητας Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη, Βραβείο Β’ Ανδρικού Ρόλου για τον Γιώργο Βουλτζάτη, Ειδική Μνεία από την Ένωση Ελλήνων Κριτικών) και στο Φεστιβάλ Κωνσταντινούπολης (Βραβείο FIPRESCI).