Γκάιντα: Το όργανο σήμα κατατεθέν του Έβρου μας

Γκάιντα: Το όργανο σήμα κατατεθέν του Έβρου μας

Στις 24 Νοεμβρίου πέθανε ήσυχα και αθόρυβα – σε αντίθεση με το φασαριόζικο όργανο που έπαιζε- ένας από τους πλέον εμβληματικούς γκαϊντατζήδες του Έβρου, ο Θεοδόσης Λογαρούδης. Ο μπάρμπα – Θεοδόσης, όπως τον ήξεραν οι περισσότεροι, πέρασε τη ζωή του στον οικισμό των Ασβεστάδων που ανήκει στον δήμο Διδυμοτείχου και υπηρέτησε με αφοσίωση το όργανο που στις νότες του περικλείει όλη τη μουσική παράδοση του Έβρου: την γκάιντα.

Ο μπάρμπα Θεοδόσης έπιασε τη γκάιντα για πρώτη φορά στα χέρια του όταν ήταν δέκα ετών και την αποχωρίστηκε μόνο όταν τους χώρισε ο θάνατος, στα 85 του. Το «παίξιμο» του αποτέλεσε αντικείμενο αμέτρητων λαογραφικών καταγραφών και προσέλκυσε το ενδιαφέρον σχεδόν όλων των ερευνητών της εβρίτικης παράδοσης ενώ είχε εμφανιστεί τόσο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, όσο και στο Θέατρο Ηρώδου του Αττικού συνοδεύοντας μουσικά το χορευτικό συγκρότημα του χωριού του – των Ασβεστάδων. Επίσης πολλές φορές έχουν ηχογραφηθεί μελωδίες του, ακόμη και σε οργανωμένες δισκογραφικές δουλειές.

Με αφορμή το θάνατο του σημαντικού μουσικού – ο οποίος άφησε πίσω του άξιους συνεχιστές- πάμε να γνωρίσουμε λίγο καλύτερο το συγκεκριμένο όργανο με τον οξύ ήχο που η ιστορία του χάνεται στα βάθη των αιώνων.

Για τους περισσότερους, η γκάιντα θεωρείται ως η εξέλιξη του αρχαίου άσκαυλου και φτιάχνεται ακόμη και σήμερα από δέρμα κατσίκας. Το δέρμα, αφού αφαιρεθεί από το ζώο, υποβάλλεται σε μία διαδικασία αποστράγγισης που διαρκεί αρκετές ημέρες και στη συνέχεια μετατρέπεται σε ασκό πάνω στον οποίο προσαρμοζονται η «γκαιντανίτσα» και ο ισοκράτης ώστε να είναι δυνατή η παραγωγή της μελωδίας.

Οι γνωρίζοντες την μουσική ξέρουν ότι η γκάιντα δύναται να «φοράει» διάφορες γκαϊντανίτσες ανάλογα με την τονικότητα του εκάστοτε τραγουδιού, ενώ ο ισοκράτης δύναται να αφαιρεθεί εφόσον το απαιτεί το τραγούδι ή επιθυμεί ο οργανοπαίκτης.

Βασική προϋποθέση για να παίξει κάποιος γκάιντα είναι τα «γερά πνευμόνια», αφού πρέπει να φουσκώσει τον ασκό, αλλά και να τον διατηρεί φουσκωμένο την ώρα που με τα δάχτυλά του εκτελεί τις νότες στη γκαϊντανίτσα, που μοιάζει με μικρη φλογέρα.

Η γκάιντα συντροφεύει τις μουσικές συναντήσεις και τα γλέντια των Θρακιωτών και δη των Εβριτών «από πάντα» και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της μουσικής παράδοσης του τόπου. Η γκάιντα συνοδεύει τα παραδοσιακά τραγούδια του τόπου, αλλά μπορεί να «σταθεί» και μόνη της, αφού υπάρχουν πολλές μελωδίες χωρίς στίχους εγγεγραμμένες στο «παραδσσιακό» ρεπερτόριο του τόπου.

Αυτό που λίγοι γνωρίζουν για τη γκάιντα είναι ότι έχει επηρεάσει και το εβριτικο τραγουδιστικό ιδίωμα, αφού οι μεγαλύτερες γυναίκες ακομη και σήμερα τραγουδούν με τη λεγόμενη «ψεύτικη» φωνή ώστε να μιμούνται το συγκεκριμένο μουσικό όργανο.

Η γκάιντα στον Έβρο πέρασε μία μεγάλη περίοδο απαξίωσης και έδωσε τη θέση της στο κλαρίνο, πλην όμως τα τελευταία χρόνια ανακτά το χαμένο της έδαφος τόσο μέσα από συλλόγους που ασχολούνται με την τοπική παράδοση, αλλά και στα καλοκαιρινά πανηγύρια και γλέντια που διοργανώνονται ολοένα και πιο συχνά στα παιδιά.

Όμως η σπίθα αυτή δεν θα είχε αναζοπυρωθεί ξανά, αν δεν υπήρχαν άνθρωποι σαν τον αείμνηστο Θεοδόση Λογαρούδη να την κρατούν ζωντανή και να τη μεταδίδουν στους νεότερους που θέλησαν να μάθουν τα μυστικά του αρχέγονου οργάνου.

Η εβρίτικη γκάιντα έχει φυσικά τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όμως το ίδιο όργανο –ως προς την κατασκευή- υπάρχει και στη Μακεδονία και σε πολλά νησιά του Αιγαίου με το όνομα τσαμπούνα, αλλά και στον Πόντο, όπου είναι γνωστή ως αγγείο. Κάθε περιοχή βέβαια της αποδίδει τα δικά της «μουσικά» χαρακτηριστικά, ομως η βάση της κατασκευής της παραμένει η ίδια σε ότι έχει να κάνει με τον ασκό από δέρμα ζώου που με τις κατάλληλες προσαρτήσεις παράγει μουσική.

Πηγή: visitthraki.gr