Οι αγώνες των μεταξεργατών στο Σουφλί του ’30, ζωντανεύουν σε ντοκιμαντέρ Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Οι αγώνες των μεταξεργατών στο Σουφλί του ’30, ζωντανεύουν σε ντοκιμαντέρ Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Ο τίτλος του ντοκιμαντέρ της Μαρίας Νικολάου, «Μάνες και κόρες» είναι εμπνευσμένος από τους αγώνες των μεταξεργατών και μεταξεργατριών της δεκαετίας του ’30 στο Σουφλί του Έβρου για καλύτερες συνθήκες δουλειάς και ζωής. Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας αυτής σχεδόν στο σύνολό τους είναι ηλικιωμένοι σήμερα, παιδιά χθες, που στήριζαν τις οικογένειές τους με το πενιχρό τους μεροκάματο.

Στο 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης μετέχει με δική της παραγωγή, η δημοσιογράφος της ΕΡΑ Κομοτηνής, Μαρία Νικολάου στην ενότητα «Ελληνικό Πανόραμα».

Το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης-Εικόνες του 21ου αιώνα δεν είναι διαγωνιστικό. Απονέμονται Βραβεία Κοινού από τη Fischer, καθώς και βραβεία σε συνεργασία με την ΕΡΤ, τη Διεθνή Αμνηστία, τη WWF και τον τηλεοπτικό σταθμό της Βουλής των Ελλήνων (Βουλή-Τηλεόραση). Επιπλέον, απονέμονται τα βραβεία FIPRESCI στο Καλύτερο Ελληνικό και στο Καλύτερο Ξένο Ντοκιμαντέρ από τη Διεθνή Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου.

Ο τίτλος του ντοκιμαντέρ της Μαρίας Νικολάου, «Μάνες και κόρες» είναι εμπνευσμένος από τους αγώνες των μεταξεργατών και μεταξεργατριών της δεκαετίας του ‘30 στο Σουφλί του Έβρου για καλύτερες συνθήκες δουλειάς και ζωής. Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας αυτής σχεδόν στο σύνολό τους είναι ηλικιωμένοι σήμερα, παιδιά χθες, που στήριζαν τις οικογένειές τους με το πενιχρό τους μεροκάματο.

«Λόγω και της δουλειάς μου -είμαι δημοσιογράφος της ΕΡΑ Κομοτηνής- μου αρέσει να ακούω τους ηλικιωμένους και να τους παρατηρώ. Να παρακολουθώ τις κινήσεις των χεριών τους και να ακούω τις εκφράσεις των χειλιών τους. Νομίζω ότι την ιστορία αυτή θα ήθελα να τη δει κάποιος και ως μια έκκληση για συντροφικότητα και αλληλεγγύη. Γιατί έχω αγανακτήσει πια με την ταπείνωση στην οποία υποβάλλονται οι πιο αδύναμοι άνθρωποι, οι ηλικιωμένοι, που θεωρούνται στυμμένες λεμονόκουπες», αναφέρει η Μαρία Νικολάου, ξετυλίγοντας τα βήματα και τις σκέψεις της που της έδωσαν έμπνευση για να καταγράψει μιαν ιστορία που, σύμφωνα με την ίδια, «δεν είναι ευρέως γνωστή παρά μόνο στους κατοίκους του Σουφλίου». «Άκουσα, διάβασα, έψαξα, γνώρισα τους ανθρώπους και συγκινήθηκα, γι’ αυτό και θέλησα να ασχοληθώ μαζί της», σημειώνει.

Να πώς ξετυλίγεται η δική της αφήγηση: «Τον Ιούλιο του 1936, τότε που ανοίγει το “Χαρέτσι” για την αγορά των κουκουλιών, ξεκινά η μεγάλη απεργία των σηροτρόφων και των μεταξεργατριών στην περιοχή του Σουφλίου. Κρατά περίπου 10 μέρες. Ξεσηκώνεται όλη η επαρχία. Οικογένειες ολόκληρες έρχονται στο Σουφλί. Κατασκηνώνουν στην κεντρική πλατεία. Η εργατική βοήθεια μοίραζε ψωμιά, κουλούρια και 50 δράμια τυρί. Υπήρχαν και πλούσιοι άνθρωποι που τα διέθεσαν όλα. Μέρα-νύχτα η πλατεία γεμάτη. Το σύνθημα «100 ή θάνατος» (100 δραχμές η τιμή αγοράς ανά κιλό των κουκουλιών)».

«Μεροκάματο αύξηση, νερό και καλύτερες συνθήκες» για τις μεταξεργάτριες. Έντονη αγωνιστική διάθεση και η Πνύκα ανοιχτό βήμα για όλους. «Τις αγορεύειν βούλεται». «Κι η αθηναϊκή δημοκρατία παίρνει σάρκα και οστά. Παίρνει τον λόγο όποιος νομίζει ότι έχει κάτι να πει. Μορφωμένος ή αμόρφωτος, άντρας ή γυναίκα (σε τούτο τον ξεσηκωμό οι γυναίκες ισότιμα αντιμετωπίστηκαν αλλά και ισάξια αγωνίστηκαν). Μαύρα τσεμπέρια έγιναν σημαίες. Οι γριές πρώτες. Οι αξιωματικοί, που ήρθαν μετά από τηλεφώνημα των αστυνομικών οι οποίοι ήταν εγκλωβισμένοι μέσα στο κτίριο της αστυνομίας που είχαν καταλάβει οι απεργοί, τα έχασαν».

«Μέρες που άφησαν το σημάδι τους στην τοπική ιστορία, αλλά και στην ιστορία της Ελλάδας. Το κέρδος; Η τιμή του κουκουλιού ανεβαίνει από τις 45 στις 75 δραχμές. Το κόστος; Οι πρωτεργάτες το πλήρωσαν με φυλακίσεις και εξορίες».

Στο ντοκιμαντέρ μιλούν πρωταγωνίστριες της εποχής. Οι κόρες αυτών των γυναικών, επίσης μεταξεργάτριες. Ο αριστερός αγωνιστής Στέφανος Στεφάνου που πρόσφατα έφυγε από κοντά μας.

Η καταγραφή και η προσπάθεια κράτησαν δύο ολόκληρα χρόνια. «Δυστυχώς, λόγω έλλειψης χρημάτων, χωρίς καμία χορηγία ή υποστήριξη, έκανα τα γυρίσματα μόνη μου, με μια απλή Canon φωτογραφική μηχανή. Μου άνοιξαν την πόρτα τους κι εγώ προσπάθησα να ανταποδώσω –με τον τρόπο μου– την αγάπη τους», λέει η Μαρία Νικολάου.

«Φιλοδοξώ με τη δουλειά μου να ακουμπήσω περισσότερο την ανθρώπινη μικροκλίμακα. Έχει, πιστεύω, κι αυτή την αυτόνομη αξία της. Στο καντάρι της καθημερινότητας των απλών ανθρώπων ζυγίζονται τελικά όλα, όλες οι πολιτικές και όλες οι επικεφαλίδες της Ιστορίας», καταλήγει η σκηνοθέτις.

Το ντοκιμαντέρ είναι η διπλωματική εργασία στο μεταπτυχιακό QJNT5, μια συνέργεια του Ιδρύματος Μπότση και του πανεπιστημίου DUK στο Κρεμς της Αυστρίας με επιστημονική σύμβουλο την Αφροδίτη Νικολαΐδου.

Το σενάριο, η σκηνοθεσία και η έρευνα ανήκουν στην Μαρία Νικολάου, το μοντάζ είναι του Γιάννη Νταρίδη η μουσική του Δημήτρη Σβυντρίδη ενώ η απόδοση στα αγγλικά είναι της Μυρσίνης Λαντζουράκη και της Τούλας Καρανδρέου.

Οι προβολές έχουν οριστεί για τις 18 Μαρτίου στην Αίθουσα Παύλος Ζάννας- Ολύμπιον στις 20:45 και στην αίθουσα Σταύρος Τορνές- Αποθήκη 1 Λιμάνι στις 20 Μαρτίου στις 6.00 το απόγευμα.

Το τρέιλερ της ταινίας