Ανησυχία για τα κρούσματα αφθώδους πυρετού στην Τουρκία

Ανησυχία για τα κρούσματα αφθώδους πυρετού στην Τουρκία

Τα κρούσματα αφθώδους πυρετού στα παράλια της Τουρκίας, απέναντι από τα νησιά του B. Αιγαίου, που σημειώθηκαν στις 8 Μάη του 2017, ήταν το έναυσμα για να έρθει ξανά στο προσκήνιο η ανάγκη να ληφθούν άμεσα μέτρα ώστε να προληφθεί οποιοδήποτε νόσημα εκδηλωθεί στο ζωικό κεφάλαιο της χώρας μας. Φυσικά και στο Έβρο που είχε πληγεί πριν από 17 χρόνια(το 2.000) είναι φυσικό να υπάρχει κάποια ανησυχία, έστω και αν δεν είναι ακόμα έντονη.

Ο Κώστας Δαδούσης, προϊστάμενος της ΔΑΟΚ Ορεστιάδας, μιλώντας στην Ανθή Γεωργίου και το ypaithros.gr, είναι ένας από αυτούς που έχουν χειριστεί προσωπικά κρούσματα αφθώδους το 2000, καθώς και της ευλογιάς και τις οζώδους δερματίτιδας, που παρουσιάστηκαν τα τελευταία χρόνια. «Αυτό που χρειαζόμαστε είναι η συμπαράσταση της πολιτείας σε ό,τι αφορά την ενίσχυση των υπηρεσιών με το απαιτούμενο προσωπικό, που αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει. Παράλληλα, με την ανάλογη υλικοτεχνική υποδομή που χρειαζόμαστε, μπορούμε κάλλιστα να αντιμετωπίσουμε οποιοδήποτε επιζωοτία (κάθε μεταδοτική ασθένεια που πλήττει μαζικά τα ζώα)».

Αυτήν τη στιγμή, στον βόρειο Έβρο υπάρχουν μόνο δύο κτηνίατροι στα δύο τμήματα κτηνιατρικής. «Αντιλαμβάνεστε ότι η έλλειψη είναι μεγάλη και πρέπει να εξαλειφθεί», μας λέει, επισημαίνοντας ότι όλες οι πρωτογενείς εστίες όπου σημειώθηκαν κρούσματα αφθώδους πυρετού προερχόμενα από την Τουρκία, ήταν στον νότιο Έβρο και συγκεκριμένα στο Δέλτα του Έβρου.

Στις 14 Ιούλη του 2000 ήταν η τελευταία φορά που η νόσος εμφανίστηκε στη χώρα μας. Τότε, θανατώθηκαν περίπου 5.000 βοοειδή και 3.000 αιγοπρόβατα, στην περιοχή του βόρειου Έβρου. «Εκείνη την περίοδο δεν είχαμε επέκταση του αφθώδους και σε άλλες περιοχές. Είχε αντιμετωπιστεί με αποτελεσματικό τρόπο. Αρκεί να σας αναφέρω ότι το κρούσμα εμφανίστηκε στις 14 Ιουλίου του 2000 και τον Νοέμβρη είχαν αρθεί όλα τα μέτρα στην περιοχή», σημειώνει.

Κέντρο Εξωτικών Νοσημάτων Ορεστιάδας

Από το 2000, η πρόταση που κατέθεσαν οι κτηνιατρικές υπηρεσίες του Έβρου ήταν να ιδρυθεί το Κέντρο Εξωτικών Νοσημάτων, το οποίο θα ήταν υπεύθυνο για την ενημέρωση των κτηνοτρόφων, ώστε αυτοί να είναι σε θέση να εντοπίσουν τα κρούσματα άμεσα από τα κλινικά συμπτώματα και, αναφέροντάς το στις κτηνιατρικές υπηρεσίες, να είναι άμεση η αντιμετώπισή τους.

«Αυτό που θέλαμε επιπλέον και προτείναμε, ήταν και η λειτουργία ενός εργαστηρίου. Αν και το κτήριο αυτό δημιουργήθηκε το 2007 και υπάρχει ο ανάλογος εξοπλισμός, δεν λειτούργησε, γιατί δεν στελεχώθηκε με το απαιτούμενο προσωπικό», σημειώνει ο Κ. Δαδούσης, επισημαίνοντας ότι για να λειτουργήσει χρειάζεται η πρόσληψη 3 κτηνιάτρων και 2 εργαζόμενων ως βοηθητικό προσωπικό. Αυτήν τη στιγμή, στο κτήριο αυτό στεγάζεται η Διεύθυνση Κτηνιατρικής.

Στις προτάσεις που είχαν κατατεθεί από την κτηνιατρική υπηρεσία, ήταν ότι με τη λειτουργία αυτού του Κέντρου θα μπορεί να γίνεται μια οριοεπιτήρηση κατά μήκος του ποταμού Έβρου και να λαμβάνονται δείγματα ζώων. Όπως μας εξηγεί ο Κ. Δαδούσης, επειδή πολλές φορές αυτά τα νοσήματα εκδηλώνονται υποκλινικά και μόνο με ορολογική εξέταση μπορούν να διαπιστωθούν, τότε «θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε την υποκλινική μορφή του νοσήματος και να επέμβουμε γρήγορα. Σε κάθε περίπτωση, η άμεση επέμβαση είναι αυτή που έχει τα καλύτερα αποτελέσματα».

Υπάρχει κίνδυνος για τη χώρα;

Ορατός είναι ο κίνδυνος να κάνει την εμφάνισή του το νόσημα και στη χώρα μας, λέει στην «ΥΧ» ο Χρήστος Παρασχούδης, πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Έβρου «Θρακών Αμνός»: «Τόσο ο αφθώδης όσο και η ευλογιά έρχονται από την Τουρκία στην Ελλάδα και αν όχι πάντα, αλλά κατά 90% ξεκινά από τον Έβρο, είτε η μεταφορά είναι μηχανική είτε φυσική, και από εδώ εξαπλώνεται και στην υπόλοιπη Ελλάδα».

Το Κέντρο Εξωτικών Νοσημάτων στην Ορεστιάδα θα βοηθούσε αλλά «δεν υπάρχει πολιτική βούληση για να λειτουργήσει και να μπορεί να προχωρά σε πραγματικούς ελέγχους. Όλος ο μηχανολογικός εξοπλισμός υπάρχει, αλλά δεν υπάρχει το προσωπικό. Έτσι, ένα δείγμα στέλνεται από τον Έβρο στην Αθήνα για να ελεγχθεί», σημειώνει.

Στο τι μπορεί να γίνει για να αποφευχθούν και να προληφθούν τυχόν κρούσματα, ο Χρ. Παρασχούδης επισημαίνει ότι πρέπει να γίνονται δειγματοληψίες ανά τακτά χρονικά διαστήματα (6 μήνες) στην ευρύτερη περιοχή των παραποτάμιων χωριών, όπου εκεί εμφανίζονται συνήθως κρούσματα. Με αυτόν τον τρόπο «σταματάμε οποιαδήποτε ασθένεια εν τη γενέσει της και δεν θα πληρώνει η πολιτεία τον πακτωλό των εκατομμυρίων για αποζημιώσεις. Συγχρόνως, θα πρέπει να προστεθεί και το ψυχικό κόστος των κτηνοτρόφων, οι οποίοι βλέπουν τα κοπάδια τους να θανατώνονται και να μπαίνουν μέσα σε λάκκους. Ο κτηνοτρόφος είναι αυτός που επωμίζεται πάντα όλη τη χασούρα. Όλα αυτά τα έχουμε αναλύσει στις εκάστοτε κυβερνήσεις αλλά και στον σημερινό υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης. Όμως, σε κάθε συνάντηση μας εμπαίζουν», τονίζει.

Σε ό,τι αφορά τις καταστροφικές συνέπειες του αφθώδους πυρετού, μας αναφέρει ένα παράδειγμα: «Η ευλογιά του 2013, που οδήγησε στον θάνατο 55.000 αιγοπρόβατα, ήταν απλά μια γρίπη. Ο αφθώδης είναι τρεις φορές χειρότερος. Είναι σαν πυρηνική βόμβα. Εκεί που… σκάει, σε ακτίνα 10 με 15 χλμ δεν αφήνει τίποτε. Και δεν είναι νόσημα που προσβάλλει μόνο ένα είδος ζώου, αλλά όλα τα μηρυκαστικά. Άρα και για τους βοοτρόφους και τους αιγοπροβατοτρόφους είναι τεράστιος ο κίνδυνος».

Καθησυχαστικές οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ

Δεν εμπνέουν καμία ανησυχία τα κρούσματα που εκδηλώθηκαν στην Τουρκία, υποστηρίζουν υπηρεσιακά στελέχη της αρμόδιας υπηρεσίας του ΥΠΑΑΤ, σημειώνοντας ότι στο πλαίσιο της προληπτικής δράσης ενεργοποιούνται όλες οι ελεγκτικές αρχές. «Για όλα τα εξωτικά νοσήματα που έρχονται από τρίτες χώρες, παίρνουμε μια σειρά προληπτικά μέτρα, όπως ενημερωτικά φυλλάδια, αφίσες, σποτ, ημερίδες, επιστημονικές συσκέψεις. Στη συνέχεια, με την τοποθέτηση ειδικού προσωπικού σε διάφορα σημεία της χώρας, όπως νησιά, Έβρο, Κεντρική Μακεδονία και Ανατολική Μακεδονία-Θράκη, θα επιτηρούμε προληπτικά για την είσοδο τέτοιων νοσημάτων. Αυτό είναι ένα πρόγραμμα το οποίο στήνουμε σε συνεργασία με την κοινότητα και θα υλοποιηθεί το επόμενο διάστημα», τονίζουν.