Καταπέλτης ο Διδασκαλικός Σύλλογος Ξάνθης για την κυβερνητική προσπάθεια επιβολής δίγλωσσων Νηπιαγωγείων στη Θράκη

Καταπέλτης ο Διδασκαλικός Σύλλογος Ξάνθης για την κυβερνητική προσπάθεια επιβολής δίγλωσσων Νηπιαγωγείων στη Θράκη

Καταπέλτηςγια την αυταρχική προσπάθεια της Κυβέρνησης να επιβάλλει τα δίγλωσσα Νηπιαγωγεία στην Θράκη, αγνοώντας τις επισημάνσεις των ίδιων των εκπαιδευτικών που γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα το εξαιρετικά ευαίσθητο εθνικά αυτό θέμα, είναι ο Διδασκαλικός Σύλλογος Ξάνθης.

Με επιστολή που έστειλε στον Διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης Παναγιώτη Κεραμάρη, τον άνθρωπο δηλαδή που αν και προέρχεται από τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου δέχεται αδιαμαρτύρητα να εφαρμοστούν επιλογές του υπουργείου Παιδείας που εγκυμονούν κινδύνους για την Θράκη, και τίτλο: “Για  τις Πιλοτικές Παρεμβατικές Δράσεις  Υποστήριξης  Μουσουλμανοπαίδων στα νηπιαγωγεία της Θράκης, επισημαίνουν και την ανάμιξη του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ξάνθης Χουσείν Ζεϊμπέκ σε όλη αυτή την μεθόδευση.

Η επιστολή των εκπαιδευτικών της Ξάνθης αναφέρει:

“Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.), είναι Νομικό πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου το οποίο λειτουργεί χάριν του δημόσιου συμφέροντος, εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.

Σύμφωνα με τους σκοπούς και τις αρμοδιότητες του, το Ι.Ε.Π. είναι επιτελικός επιστημονικός φορέας που υποστηρίζει το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων στα θέματα που αφορούν την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς και τη μετάβαση από τη δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Σκοπός του Ι.Ε.Π. είναι η επιστημονική έρευνα και μελέτη των θεμάτων και η διαρκής επιστημονική και τεχνική υποστήριξη του σχεδιασμού και της εφαρμογής της εκπαιδευτικής πολιτικής στα θέματα αυτά.

 

Στο θέμα όμως που αφορά τις Πιλοτικές Παρεμβατικές Δράσεις Υποστήριξης Μουσουλμανοπαίων στα νηπιαγωγεία της Θράκης σε αμιγώς μειονοτικούς οικισμούς,  δεν προηγήθηκε καμία επιστημονική έρευνα και μελέτη.  Η μόνη, όμως, επιστημονική έρευνα και μελέτη που έγινε από την πλευρά του Υπουργείου Παιδείας και του ΙΕΠ,  ήταν  ο τρόπος,  ο σχεδιασμός  και ο ορισμός των πιλοτικών  νηπιαγωγείων, προφανώς μετά από υπόδειξη του ΙΕΠ  και εισήγηση του Περ. Διευθυντή Εκπαίδευσης,  χωρίς πρώτιστα να υπάρξει καμία ενημέρωση για τον τρόπο εφαρμογής του προγράμματος και διαχείρισης των μαθητών μέσα στην τάξη, όπου και μέχρι σήμερα οι λεπτομέρειες του προγράμματος παραμένουν αδιευκρίνιστες.

Η εκ των υστέρων ενημέρωση των νηπιαγωγών και των Διοικητικών Συμβουλίων των Συλλόγων των νομών της Θράκης έγινε με αναφορά σε έρευνες και προγράμματα άλλων χωρών που καμία σχέση δεν έχουν  με την εκπαιδευτική πραγματικότητα της Θράκης. Ο σκοπός της όλης αυτής προσπάθειας και μεθόδευσης  ήταν να φέρουν προ τετελεσμένων γεγονότων την εκπαιδευτική κοινότητα και τους τοπικούς Συλλόγους, αφαιρώντας τους σκόπιμα το δικαίωμα της αντίδρασης, της κατάθεσης προτάσεων και να προχωρήσουν στην υλοποίηση του προγράμματος ως πολιτική απόφαση, που όμως δεν έχουν τηρηθεί  και όλες οι σχετικές διαδικασίες και προϋποθέσεις που αφορούν στην υλοποίηση πιλοτικών προγραμμάτων. Σε συνέχεια δε της  παραπάνω προσπάθειας  για την αποδοχή του προγράμματος εντάσσεται και η τακτική παραπλάνησης των εκπαιδευτικών, αφού κατά το δοκούν, άλλοτε μιλάνε για συμμετοχή με ισότιμη παρουσία της συνεργάτριας στην τάξη κι άλλοτε για δυνητικές παρεμβάσεις και μόνο, όπου και όταν χρειαστεί.

Αποδεικνύεται περίτρανα  λοιπόν ότι κατά την οργάνωση και το σχεδιασμό του προγράμματος, για ευνόητους λόγους, αποσιωπήθηκαν παράτυπα και δεν τηρήθηκαν όλα εκείνα που θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνονται στην υλοποίηση ενός προγράμματος. Και αυτό γιατί:

Στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος του ΙΕΠ δε ζητήθηκε από τους Συλλόγους Διδασκόντων η εθελοντική συμμετοχή και η συναίνεση των εκπαιδευτικών στο πρόγραμμα, όπως γίνεται σε κάθε πιλοτική φάση, του κάθε έργου του ΙΕΠ. Και αφού μάλιστα η παρουσία τρίτων προσώπων στο σχολείο στο πλαίσιο δράσεων προϋποθέτει  πάντα τη σύμφωνη γνώμη του Συλλόγου Διδασκόντων.

 

Επίσης, σύμφωνα με τις προδιαγραφές υποβολής αίτησης για άδεια διεξαγωγής έρευνας σε σχολεία, αφού σύμφωνα και με την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος το συγκεκριμένο πρόγραμμα περιλαμβάνει τη συνδυαστική μορφή «έρευνας δράσης», αλλά και τον κώδικα σε ζητήματα δεοντολογίας, είναι αναγκαία η διασφάλιση της ενημερωμένης  συναίνεσης των συμμετεχόντων στην έρευνα ή των γονέων και κηδεμόνων των μαθητών, όταν η έρευνα απευθύνεται σε ανήλικους μαθητές, της ενημέρωσης των εκπαιδευτικών, ο προαιρετικός χαρακτήρας της συμμετοχής τους, η δυνατότητα αποχώρησης σε οποιοδήποτε στάδιο διεξαγωγής της έρευνας.

Αντί των παραπάνω, το Υπουργείο Παιδείας και το ΙΕΠ προσπαθούν  εδώ και δύο χρόνια να επιβληθούν ενός προγράμματος με τρόπο αυταρχικό και προκλητικό προσπαθώντας  στην ουσία και με διάφορα τεχνάσματα και μεθόδους  να σύρουν  ουσιαστικά τις νηπιαγωγούς  στη  συναίνεση και αποδοχή του προγράμματος.

Σε συναντήσεις με τους γονείς των μαθητών των 3 νηπιαγωγείων, που είχαν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου, εκφράστηκε  αρχικά  η άποψη αυθόρμητα από όλους τους γονείς ότι το πρόγραμμα θα προσθέσει  προβλήματα παρά θα επιλύσει, αφού τα παιδιά μαθαίνουν πολύ καλά ελληνικά  εξάροντας και  το έργο των νηπιαγωγών και ζητήθηκε μάλιστα και από τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης να μην προχωρήσει η υλοποίηση του προγράμματος. Εδώ αξίζει, όμως, να προστεθεί ότι άλλαξε η στάση μερικών γονέων κατόπιν παρέμβασης του μειονοτικού βουλευτή Ξάνθης στους οικισμούς αυτούς, αναλαμβάνοντας έτσι μάλιστα ο ίδιος την ενημέρωση και έναν διαφορετικό ρόλο, το ρόλο του επιστημονικά υπεύθυνου του προγράμματος.

Διαφαίνεται λοιπόν ότι κάποιοι προσπαθούν και επιμένουν στη χειραγώγηση της μειονότητας καλλιεργώντας σκόπιμα επικίνδυνες αυταπάτες πως πρόκειται για ένα αθώο πρόγραμμα, ενώ στην πραγματικότητα προσδοκούν ότι η εφαρμογή του προγράμματος θα αποτελέσει με την κατάλληλη μεθόδευση και πίεση να εκπληρωθεί ο διακαής πόθος τους, που δεν είναι άλλος από την ίδρυση των δίγλωσσων νηπιαγωγείων. Εξάλλου, αυτό φαίνεται και από τις δηλώσεις του ίδιου του  βουλευτή, αλλά και άλλων, όχι μόνο μέσα στη βουλή και στα διάφορα Μέσα Ενημέρωσης, αλλά πρόσφατα και  σε κρατικό κανάλι: «Το πρόγραμμα στα μειονοτικά σχολεία είναι τουρκόγλωσσο και ελληνόγλωσσο και επομένως το παιδί θα πρέπει να προσαρμοστεί». Όλες οι κινήσεις λοιπόν δείχνουν καθαρά αυτό που είχαμε επισημάνει σε προηγούμενες ανακοινώσεις μας, ότι κάποιοι επιδιώκουν τη δημιουργία και ενίσχυση παράλληλων δομών και στο χώρο του νηπιαγωγείου.

Οι ακραίες εθνικιστικές και συντηρητικές αντιλήψεις, η αντίδραση του Συλλόγου στο πρόγραμμα  με το επιχείρημα της αντιπολιτευτικής τακτικής  προς όφελος πολιτικών και κομματικών σκοπιμοτήτων, τα περί εκπαιδευτικού μεσαίωνα που αποδίδουν στο Σύλλογο, η στοχοποίηση και η απαξίωση των συναδέλφων μας νηπιαγωγών που συμμετέχουν στις απεργιακές κινητοποιήσεις, η διασπορά ειδήσεων της πρόσληψης των συνεργατριών ως αναπληρώτριες,  αλλά  και οι παραπλανητικές δηλώσεις για τον τρόπο λειτουργίας του προγράμματος,  εντάσσονται στο πλαίσιο της επικοινωνιακής «τεχνικής», δεν έχουν καμία υπόσταση, δε μας αγγίζουν,  αφού όλα αυτά τα χρόνια ο Σύλλογός μας έχει αποδείξει ότι στέκεται στο πλευρό των συναδέλφων μας,  ήταν μπροστάρης πάντοτε στους αγώνες και δεν έπασχε ποτέ και ούτε πάσχει από κυβερνητικά ή αντικυβερνητικά σύνδρομα.

Αν για το Υπουργείο Παιδείας και το ΙΕΠ η επιμονή  για την υποχρεωτικότητα της  εφαρμογής του προγράμματος, ως πολιτική απόφαση,  αποτελεί επίδειξη δύναμης ισχύος, εξουσιαστικότητας και εντυπωσιασμού, για μας είναι αδιάκοπος αγώνας της υπεράσπισης των μορφωτικών δικαιωμάτων των παιδιών χωρίς διακρίσεις και διαχωρισμούς.  Εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που προσπαθούν να επιβληθούν με αυταρχικές παρεμβάσεις μέσα σε κλίμα φόβου και τρομοκρατίας  και δε λαμβάνουν υπόψη τη συναίνεση των εκπαιδευτικών που αποτελούν το κλειδί της εφαρμογής όλων των προγραμμάτων, δεν είναι δυνατό να γίνουν αποδεκτές από την εκπαιδευτική κοινότητα.

Η κυβέρνηση  είναι αυτή που σήμερα  φέρει ακέραια  την αποκλειστική ευθύνη για τη μη λειτουργία των νηπιαγωγείων, στερώντας έτσι το δικαίωμα των παιδιών στη μόρφωση και τη δυνατότητα της ισότιμης ένταξής τους στην κοινωνία με την αυταρχική επιβολή ενός προγράμματος,  με  μοναδικό  κριτήριο την πολιτική του διάσταση και χωρίς καμία παιδαγωγική σκέψη.

Ταυτόχρονα αφήνει έκθετες και κρατά σε ομηρία τις προσληφθείσες συνεργάτριες του προγράμματος, αφού γνώριζε εκ των προτέρων ότι η υλοποίηση ενός πιλοτικού προγράμματος συνοδεύεται από προβλεπόμενες διαδικασίες, όρους και προϋποθέσεις  που δεν τηρηθήκαν  και όφειλε να τις ενημερώσει.

Δηλώνουμε για μια ακόμα φορά την αντίθεσή μας στην εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος στα νηπιαγωγεία της Θράκης.

Ο εποικοδομητικός διάλογος με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων και η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν την κύρια παράμετρο όλων των προσπαθειών για την αναβάθμιση της δημόσιας και μειονοτικής εκπαίδευσης.

Αγωνιζόμαστε και διεκδικούμε:

  • Αναβάθμιση των κτιριακών εγκαταστάσεων και του παιδαγωγικού υλικού των νηπιαγωγείων.
  • 2χρονη δημόσια και δωρεάν προσχολική αγωγή και εκπαίδευση.
  • Μείωση της αναλογίας μαθητών 1/15 ανά νηπιαγωγό, σύμφωνα και με τις θέσεις του Κλάδου.
  • Συστηματική κατάρτιση και επιμόρφωση σε θέματα διαπολιτισμικής αγωγής.
  • Υλοποίηση προγραμμάτων επιμόρφωσης και εκμάθησης των μητρικών γλωσσών για τους εκπαιδευτικούς της περιοχής.
  • Μαζικούς διορισμούς για την κάλυψη όλων των κενών δημόσιας και μειονοτικής εκπαίδευσης.
  • Τη δημιουργία όλων των νηπιαγωγείων ως ολοήμερα.
  • Αναβάθμιση των υπηρεσιών εκπαίδευσης στην περιοχή της μειονότητας, με την ίδρυση σύγχρονων Δημόσιων Σχολείων, αίτημα πολλών γονέων της μειονότητας ώστε να έχουν τη δυνατότητα επιλογής φοίτησης των παιδιών τους.
  • Πρόβλεψη για ενδεχόμενη αλλαγή προγράμματος σπουδών με ένα διαφορετικό πρόγραμμα με στοχευόμενες δράσεις προς την κατεύθυνση για μαθητές που δεν έχουν μητρική γλώσσα την ελληνική.

Από το Δ.Σ.