Η Εβρίτικη γαλακτοβιομηχανία “ΕΒΡΟΦΑΡΜΑ”, στην πρώτη 10άδα των πωλήσεων Φέτας ιδιωτικής ετικέτας στην Ελλάδα

Η κορυφαία γαλακτοβιομηχανία του Έβρου με έδρα εργοστασίου στο Διδυμότειχο, η “ΕΒΡΟΦΑΡΜΑ”, βρίσκεται στην πρώτη 10άδα των προμηθευτών Φέτας ιδιωτικής ετικέτας στα σούπερ μάρκετ της Ελλάδας.

Αυτό προκύπτει και αποκαλύπτει η χαρτογράφηση που πραγματοποίησε η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην αγορά για την Φέτα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέδωσαν οι 11 αλυσίδες σούπερ μάρκετ της χώρας για την επώνυμη Φέτα, αλλά και την Φέτα ιδιωτικής ετικέτας. Δηλαδή αυτήν που παράγουν κάποιες εταιρείες για λογαριασμό άλλων, οι οποίοι βάζουν τον δικό τους όνομα. Όπως δηλαδή συμβαίνει με τα σούπερ μάρκετ που έχουν πολλά προϊόντα στα οποία βάζουν την δική τους ονομασία και όχι αυτών που τα παράγουν, των οποίων βέβαια μπορούν συγχρόνως να πωλούν και τα επώνυμα προϊόντα τους.

Στην 8η θέση με σημαντικό μερίδιο αγοράς Φέτας

η Εβρίτκη ΕΒΡΟΦΑΡΜΑ της οικογένειας Παπαζηλάκη

Οι 12 μεγαλύτεροι προμηθευτές επώνυμης Φέτας αντιπροσωπεύουν το 73% του συνόλου των πωλήσεων Φέτας σε αξία, ενώ στη Φέτα ιδιωτικής ετικέτας οι 13 μεγαλύτεροι το 93%.

Σε ότι αφορά την Ιδιωτική Ετικέτα, οι 13 μεγαλύτεροι «παίκτες» του κλάδου έκαναν το 93% των συνολικών πωλήσεων PL. «Βασιλιάς της Ιδιωτικής Ετικέτας» στέφθηκε η εταιρεία «Η. Νταμπίζας» (Χαλκιδική) ο οποίος αποτελεί και το σημαντικότερο προμηθευτή ελέγχοντας το 15-20% τόσο ως προς την αξία όσο και ως προς τον όγκο των πωλήσεων.

Ακολουθούν η «Βιομηχανία Γάλακτος Λέσβου» και η «Γαλακτοκομική Τριπόλεως» (10-15% ως προς την αξία και ποσότητα). Στην συνέχεια της κατάταξης βρίσκονται 5 εταιρίες με εύρος μεριδίων μεταξύ 5-10% ως προς την αξία και ποσότητα. Συγκεκριμένα πρόκειται για τις: «Ελληνικά Γαλακτοκομεία», «Αβραμούλη», «Simos Food», «L.A. Farm», και «Εβροφάρμα» στην 8η θέση με ποσοστό μεταξύ 5-10%. 

Να επισημάνουμε εδώ, ότι η γαλακτοβιομηχανία ΕΒΡΟΦΑΡΜΑ με έδρα το Διδυμότειχο, έχει αυξήσει κατακόρυφα και τις εξαγωγές φέτας κυρίως σε χώρες της Ευρώπης, αυξάνοντας παράλληλα και τα έσοδα αλλά και τα κέρδη της.

Κι επειδή βλέπετε στον σχετικό πίνακα τρεις γαλακτοβιομηχανίες της Λέσβου, να επισημάνουμε ότι στο νησί υπάρχουν πολλά αιγοπρόβατα και η Πολιτεία επιχορηγεί τους κτηνοτρόφους με 5 λεπτά επιπλέον το κιλό γάλακτος που παράγουν, αν το παραδώσουν και γίνε τυρί μέσα στο νησί.

Κάτι που θα μπορούσε να συμβεί και στον Έβρο για παράδειγμα (γνωρίζουμε ότι έχει γίνει σχετική πρόταση στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση), αφού έτσι και περισσότερα χρήματα θα έπαιρναν οι Εβρίτες κτηνοτρόφοι και παράλληλα θα υπήρχε αύξηση της μεταποίησης γάλακτος με τις υπάρχουσες ή γιατί όχι και νέες μονάδες παρασκευής Φέτας. 

Μην ξεχνάμε άλλωστε, ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο νομός Έβρου είναι τελευταίος στην Περιφέρεια ΑΜΘ στην απασχόληση όσον αφορά τον δευτερογενή τομέα (βιομηχανία, βιοτεχνία, μεταποίηση) και ένα τέτοιο μέτρο θα τόνωνε την μεταποίηση. Τώρα μάλιστα που ανακοινώθηκε η ίδρυση Κτηνιατρικής Σχολής στην Ορεστιάδα, αυτό θα μπορούσε να εξεταστεί. Επιδότηση στου κτηνοτρόφους αν δίνουν το γάλα τους για να τυροκομείται στον Έβρο.

Η εταιρεία με τις μεγαλύτερες πωλήσεις Φέτας στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι ένας Συνεταιρισμός! Όπως αποκαλύπτει η χαρτογράφηση που πραγματοποίησε η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην αγορά αδιαμφισβήτητος leader στην αγορά είναι ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Καλαβρύτων κόντρα στην γενικότερη αντίληψη που υπήρχε για «μονομαχία» μεταξύ της «Οπτιμα» (Ήπειρος) της οικογένειας Παντελιάδη και της «Δωδώνη» της CVC, λαμβάνοντας και το μεγαλύτερο μερίδιο απ’ τις πωλήσεις 249 εκατ. ευρώ που έγιναν μέσα απ’ τα δίκτυα των 11 μεγαλύτερων αλυσίδων Σούπερ Μάρκετ της χώρας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέδωσαν οι 11 αλυσίδες στην Επιτροπή Ανταγωνισμού προκύπτει ότι ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Καλαβρύτων με «ναυαρχίδα» τη βαρελίσια Φέτα που παράγει, ελέγχει το 15-20% της αγοράς τόσο ως προς την αξία, όσο και ως προς την ποσότητα. Το ενδιαφέρον στοιχείο εδώ είναι πως κατ’ ουσία η επιτυχία αυτή του Αγροτικού Συνεταιρισμού Καλαβρύτων στηρίζεται στο μεγάλο και αποτελεσματικό δίκτυο καταστημάτων της «Σκλαβενίτης», αφού τα προϊόντα του τα διαθέτει κατ’ αποκλειστικότητα στις «Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτη»!

Ακολουθεί η «Όπτιμα» ΑΕ της οικογένειας Παντελιάδη με το γνωστό brand «Ήπειρος» συγκεντρώνοντας το 10-15% των συνολικών πωλήσεων Φέτας. Τρίτη «δύναμη» εμφανίζεται η Γαλακτοβιομηχανία «Δωδώνη» με μερίδιο 10-15% επί της αξίας των συνολικών πωλήσεων και 5-10% στον όγκο.

Μάλιστα ως προς την εξέλιξη των μεριδίων των τριών μεγαλύτερων προμηθευτών Φέτας κατά την περίοδο που διεξήχθη η έρευνα (1/2/2023 – 30/6/2024) η «Όπτιμα» κατάφερε να αυξήσει το μερίδιο της από περίπου 5- 10% σε περίπου 10-15% παρουσιάζοντας όμως διακυμάνσεις. Αντίθετα, το μερίδιο της «Δωδώνη» μειώθηκε από περίπου 10-15% στο 5-10%.

Από εκεί και έπειτα μερίδια ως 5% κατέχουν οι εταιρείες: «Βαλμάς», «Simos Food», «Νταμπίζας», «Ελληνικά Γαλακτοκομεία», «Α.ΒΙ.ΓΑΛ.», «First Quality», «Νικ. Τσατσουλης», «Γαλακτοκομική Τριπόλεως», «Βιομηχανία Γάλακτος Λέσβου», και «Καράλης». Μάλιστα, σύμφωνα με τη χαρτογράφηση, τέσσερις εξ αυτών και συγκεκριμένα η «Νταμπίζας», η «Βαλμάς», η «Simos Food» και η «Ελληνικά Γαλακτοκομεία», εμφανίζονται να έχουν αυξήσει σταδιακά τα μερίδια τους, κυρίως εντός του 2024.

Συνολικά οι 13 παραπάνω προμηθευτές, σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, αντιπροσωπεύουν το 70% του συνόλου των πωλήσεων Φέτας στη χώρα. Το υπόλοιπο 30% ελέγχεται από περίπου 135 μικρότερους προμηθευτές. Ως εκ τούτου, όπως παρατηρεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού, «από τον αριθμό των προμηθευτών και την διάταξη των μεριδίων διαπιστώνεται ότι η αγορά προμήθειας των Σούπερ Μάρκετ στη Φέτα χαρακτηρίζεται από χαμηλή συγκέντρωση».

Επώνυμο προϊόν vs Ιδιωτικής Ετικέτας

Σύμφωνα με την έρευνα ο καταναλωτής προτιμά να αγοράζει επώνυμο προϊόν. Συγκεκριμένα το 80% των πωλήσεων το 2023 αφορούσε επώνυμη Φέτα και 20% προϊόντα Ιδιωτικής Ετικέτας. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της έρευνας (2/2023-6/2024) η μεταστροφή προς τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας ήταν εμφανής. Μία τάση που συνεχίστηκε και στο α’ εξάμηνο του 2024.

Συγκεκριμένα σε διάστημα σχεδόν ενάμιση έτους (1/2/23-31/6/2024), ο όγκος των πωλήσεων επώνυμων προϊόντων μειώθηκε από περίπου 85% στην αρχή της υπό εξέταση περιόδου, στο 79% στο τέλος της, αντίστοιχα ο όγκος πωλήσεων προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας αυξήθηκε από 15% σε περίπου 21%.